Ημέρα Μνήμης και τιμής του ήρωα μας Ευαγόρα Παλληκαρίδη

Ας είναι η προσωπικότητα και η πνευματική του υπόσταση φάρος για όλους μας.


Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 1938, στην Τσάδα. Ήταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά της Αφροδίτης και του Μιλτιάδη.
Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο του Κτήματος. Από την παιδική του ηλικία, έδειξε τα χαρακτηριστικά που θα τον συνόδευαν σε όλη τη σύντομη ζωή του: Δυναμισμό, ηγετικές ικανότητες, δημιουργικότητα, φιλοπατρία, λογοτεχνική φλέβα. Αγαπούσε πάρα πολύ την ποίηση και συχνά έγραφε στίχους. Φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο Πάφου από το 1950 μέχρι το 1955 και ως τελειόφοιτος το πρώτο τρίμηνο του 1955-1956.
Την 1ην Ιουνίου 1953, παραμονή της στέψης της νέας βασίλισσας της Αγγλίας, σε ηλικία 15 χρονών, πρωτοστάτησε στις μαχητικές αντιβρετανικές εκδηλώσεις. Κατέβασε την αγγλική σημαία από τον ιστό του σταδίου και έδωσε το έναυσμα για την πρώτη, μετά την εξέγερση του 1931, δυναμική αναμέτρηση των Ελλήνων της Κύπρου με τους Βρετανούς. Ήταν η πρώτη επαναστατική του πράξη.
Τον Απρίλιο του 1955, εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ και πρωταγωνίστησε στις διαδηλώσεις, στη διανομή προκηρύξεων, στην αναγραφή συνθημάτων και στις ανατινάξεις βρετανικών στόχων.

Στις 17 Νοεμβρίου 1955, κατά την διάρκεια μαθητικής διαδήλωσης, επιτέθηκε σε δύο Άγγλους στρατιώτες, που κακοποιούσαν συμμαθητή του. Αργότερα συνελήφθηκε, κατηγορήθηκε και ορίσθηκε να δικαστεί στις 6 Δεκεμβρίου 1955. Από την έναρξη του αγώνα τον Απρίλιο του 1955, σε ηλικία 17 χρόνων, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης εγκατέλειψε το σχολείο και εντάχθηκε στις αντάρτικες ομάδες της ΕΟΚΑ, όπου συμμετέχει σε επιχειρήσεις δολιοφθορών κατά κυβερνητικών κτηρίων.
Στις 17 Νοεμβρίου 1955 οι μαθητές του Γυμνασίου συγκεντρώθηκαν και προετοίμαζαν μια διαδήλωση από τις γνωστές που οργάνωνε η ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) ως αντιπερισπασμό. Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να πυροβολήσουν αδιάκριτα τους διαδηλωτές. Ο πατέρας του Ευαγόρα έφτασε βιαστικός στο γυμνάσιο…βρήκε τον Ευαγόρα και του ζήτησε να πάει σπίτι. Ο Ευαγόρας υποσχέθηκε να υπακούσει…ο πατέρας προχώρησε προς το σπίτι αλλά στον δρόμο τον πλησίασε ένας μαθητής και του είπε φοβισμένα: «Τον Ευαγόρα τον συλλάβανε, σαν πήγαινε σπίτι!». Ο Ευαγόρας είχε επιτεθεί και τραυματίσει δυο στρατιώτες αγγλικής περιπόλου που είχαν συλλάβει και κακοποιούσαν έναν μαθητή γυμνασίου. Ο Βαγορής οδηγείται στο δικαστήριο με την κατηγορία ότι συμμετείχε παράνομα σε οχλαγωγές.
Στις 19 Νοεμβρίου 1955 δικάζεται και του επιβάλλεται πρόστιμο 30 λιρών ως εγγύηση. Ο Ευαγόρας δεν παραδέχτηκε την κατηγορία και η δίκη αναβλήθηκε για τις 6 Δεκεμβρίου 6 Δεκεμβρίου 1955. Ήταν η αρχή του τέλους.
Την παραμονή της μέρας που ο Ευαγόρας Παλλικαρίδης θα εμφανιζόταν μπροστά στον Άγγλο δικαστή…πλησίασε τον πατέρα του: «Πατέρα, αύριο είναι η δίκη μου. Ξέρω ότι από το δικαστήριο θα γλιτώσω, μα η αστυνομία θα με συλλάβει και θα με στείλει στο Κάστρο. Εγώ στη φυλακή δε μπορώ να μείνω. Αν δε μπορέσω να δραπετεύσω, θα σκοτώσω κανέναν από τους φρουρούς και θα με σκοτώσουν. Προτιμώ να φύγω, να βγω στο βουνό». Τι μπορούσε να πει και ποια θα ταν η απόφαση του πατέρα μπροστά σε τούτη την αποφασιστική δήλωση του παιδιού του; Είδε πως ο κύβος ερρίφθη…«Παιδί μου, εκεί που θα πας πρόσεξε προ πάντων να σαι τίμιος και ηθικός…πήγαινε στην ευχή μου!»…
Μα είχε κάτι άλλο να κάνει πριν πάρει τις ανηφοριές. Εκτός από τον πατέρα του, είναι το σχολείο του, την τάξη του, τους συμμαθητές του να αποχαιρετήσει. Μα είναι απόγευμα και κανένας τούτη την ώρα δε βρίσκεται εκεί. Κι αύριο θα ναι πολύ αργά. Έτσι ο αποχαιρετισμός πρέπει να γίνει γραπτός…μπαίνει στην αδειανή αίθουσα της τάξης του…αφήνει πάνω στην έδρα ένα χαρτί, με τίτλο «Εγερτήριο σάλπισμα» και τρέχει…ν΄ ανέβει τα σκαλοπάτια της λευτεριάς…
Το πρωί οι συμμαθητές του διαβάζουν:
Παλιοί συμμαθηταί. Αυτή την ώρα κάποιος λείπει ανάμεσά σας, κάποιος που φεύγει αναζητώντας λίγο ελεύθερο αέρα, κάποιος που μπορεί να μη τον ξαναδείτε παρά μόνο νεκρό. Μην κλάψετε στον τάφο του. Δεν κάνει να τον κλαίτε. Λίγα λουλούδια του Μαγιού σκορπάτε του στον τάφο. Του φτάνει αυτό ΜΟΝΑΧΑ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια, να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Θ’ αφήσω αδέλφια συγγενείς, τη μάνα, τον πατέρα μέσ’ τα λαγκάδια πέρα και στις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά θα ‘χω παρέα μόνη κατάλευκο το χιόνι, βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά, θα ‘ρθει το καλοκαίρι Τη Λευτεριά να φέρει σε πόλεις και χωριά.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά θα πάρω μονοπάτια να βρω τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ’ ανεβώ, θα μπω σ’ ένα παλάτι, το ξέρω θαν απάτη, δεν θαν αληθινό.
Μέσ’ το παλάτι θα γυρνώ ώσπου να βρω τον θρόνο, βασίλισσα μια μόνο να κάθεται σ’ αυτό.
Κόρη πανώρια θα της πω, άνοιξε τα φτερά σου και πάρε με κοντά σου, μονάχα αυτό ζητώ.
Γεια σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σας. Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα χαμένο αδελφό, ένα παλιό του φίλο,
ας πάρει μιαν ανηφοριά,
ας πάρει μονοπάτια,
να βρει τα σκαλοπάτια που παν στη Λευτεριά.
Με την ελευθερία μαζί, μπορεί να βρει και μένα.
Αν ζω, θα με’ βρει εκεί.
Βέβαιος για την καταδίκη του, διέφυγε στα βουνά και εντάχθηκε στις πρώτες αντάρτικες ομάδες της Πάφου. Στις 16 Δεκεμβρίου επικηρύχθηκε από τους Άγγλους.
Κατά τη διάρκεια της αντάρτικης του δράσης, που κράτησε ένα χρόνο, πήρε μέρος σε επιθέσεις εναντίον βρετανικών φρουρών, αστυνομικών σταθμών και στρατοπέδων, καθώς και σε ανατινάξεις και ενέδρες. Παράλληλα με την αγωνιστική του δράση, συνέχισε την ποιητική του δημιουργία.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956, συλλαμβάνεται για μεταφορά πολεμοφοδίων. Την ώρα της σύλληψης του, δήλωσε στους Άγγλους: «Είμαι ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης και πολεμώ για την πατρίδα μου». Βασανίζεται άγρια, όμως δεν λυγίζει. Η πίστη και η αγάπη του για την πατρίδα του, δεν τον αφήνουν να υποκύψει.
Στις 5 Ιανουαρίου 1957, ο ήρωας κατηγορήθηκε για κατοχή και μεταφορά όπλου και 88 σφαιρών. Στις 12 Ιανουαρίου, μεταφέρετε στις κεντρικές φυλακές της Λευκωσίας. Η δικαστική ανάκριση έγινε στις 14 Φεβρουαρίου και η υπόθεση του παραπέμφθηκε στο «Ειδικό Δικαστήριο» για τις 25 Φεβρουαρίου. Η δίκη υπήρξε συνοπτική. Ο Παλληκαρίδης παραδέχθηκε ευθαρσώς το κατηγορητήριο και δήλωσε: «Γνωρίζω ότι το δικαστήριο, θα μου επιβάλει την ποινή του θανάτου. Εκείνο το οποίο θέλω να πω είναι τούτο: Ότι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, ο οποίος ζητεί την ελευθερία του. Τίποτε άλλο.» Με την δήλωση του αυτή, δεν άφησε στους συνηγόρους του περιθώρια υπεράσπισης. Ο δικαστής ανακοινώνοντας την απόφαση, του είπε: «Ο νόμος προνοεί μόνο μια ποινή. Την ποινή του θανάτου. Σε καταδικάζω εις θάνατον.»
Στις 16 μέρες που μεσολάβησαν μέχρι τον απαγχονισμό του, εντυπωσίασε τους πάντες για την εγκαρτέρησή του, την αταλάντευτη πίστη του, στο σκοπό για τον οποίο θα έδινε την ζωή του και για την ηθική ενίσχυση που πρόσφερε στους δικούς του και στους συγκρατούμενους του.
14 Μαρτίου 1957, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, σε ηλικία 19 χρονών, βηματίζει περήφανα προς την αγχόνη, σιγοτραγουδώντας «Θα πάρω μιαν ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια, να βρω τα σκαλοπάτια, που παν στην λευτεριά». Πριν πεθάνει ευχήθηκε να είναι ο τελευταίος που απαγχονιζόταν. Η ευχή του έγινε πραγματικότητα….. Υπήρξε ο νεαρότερος από τους εννέα απαγχονισθέντες.
Η εκτέλεση του Ευαγόρα, προκάλεσε παγκόσμια κινητοποίηση και κατακραυγή κατά των Άγγλων. Η κατακραυγή αυτή, απέτρεψε τον απαγχονισμό 26 άλλων αγωνιστών, που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο.











Ρώτησε τα μάτια που δακρύζουν
κάποια αλήθεια να σου πουν
κλαίνε πικρά να σ' αντικρίσουν
γιατί μπορεί να σ' αγαπούν

Την Ελλάδα αγαπώ αλλά και 'σένα
μ' έναν έρωτα μεγάλο αληθινό
τα γαλάζια σου τα μάτια τα θλιμμένα
τον καθάριο της θυμίζουν ουρανό
Ρώτησε χείλη φλογισμένα
όταν σε δουν γιατί σιωπούν
θα κινηθούν κι αυτά θλιμμένα
για να σου πουν πώς σ' αγαπούν



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου